5 Συνημμένο(α)
Royal Viking Sea (Royal Odyssey, Norwegian Star, Norwegian Star 1, Crown, Albatros)
Οι Νορβηγοί ήταν από τις αρχές της δεκαετίας 70 ήδη πρωτοπόροι στην κρουαζιέρα αρχικά στην Καραϊβική με την Norwegian Caribbean Lines και λίγο αργότερα το 1971 με την ίδρυση της Royal Viking Line η οποία στην ουσία ήταν το δημιούργημα τριών νορβηγικών ναυτιλιακών εταιριών με έδρα το Σαν Φρανσίσκο στην Καλιφόρνια και διευθύνοντα σύμβουλο τον Warren S.Titus ο οποίος αργότερα δημιούργησε και την Seabourn Cruise Line. Σκοπός της νεοϊδρυθείσας εταιρίας ήταν η πολυτελής κρουαζιέρα μεγάλης διάρκειας που απευθυνόταν σε πλούσιους συνταξιούχους κυρίως αμερικάνους προσφέροντας υπέρμετρη πολυτέλεια και εξυπηρέτηση υψηλών προδιαγραφών για πολύ λίγους. Η RVL ξεκίνησε αμέσως ένα πρόγραμμα ναυπήγησης τριών αδελφών καραβιών στα φημισμένα φινλανδικά ναυπηγεία Wartsila του Ελσίνκι με πρώτο το Royal Viking Star τον Μάιο του 1971, στην συνέχεια με το Royal Viking Sky τον Μάιο του 1972 και με τελευταίο τον Μάιο του 1973 το τρίτο αδελφό Royal Viking Sea. Τα τρία καράβια όπως σχεδιάστηκαν είχαν πρωτοποριακές γραμμές για την εποχή τους και ήταν δημιουργήματα του αρχιτεκτονικού γραφείου Knud E. Hansen και ιδιαίτερα του χαρισματικού Δανού Tage Wandborg σχεδιαστή των Southward και Spirit of London, με μία μακριά και χαμηλή πλώρη, τις μηχανές και μία λεπτή τσιμινιέρα κοντά στην πρύμη για την δημιουργία μεγάλου χώρου ανοικτού καταστρώματος στη μέση με ανεμοθώρακες και πανοραμικό σαλόνι πάνω από την γέφυρα. Οι εσωτερικοί τους χώροι είχαν μικροδιαφορές στον αριθμό και τον σχεδιασμό των κοινόχρηστων χώρων οι οποίοι ήταν όλοι ευρύχωροι με μοντέρνα σχεδίαση από τον αρχιτέκτονα εσωτερικών χώρων Finn Nilsson, με κοινά χαρακτηριστικά το θέατρο δύο καταστρωμάτων σε ύψος, το ευρύχωρο εστιατόριο στο τελευταίο κατάστρωμα με πανοραμικά τζάμια το οποίο φιλοξενούσε ταυτόχρονα όλους τους επιβάτες, μοντέρνα διακοσμητικά στοιχεία έντονης σκανδιναβικής ταυτότητας ώστε να δίνουν έμφαση στην νορβηγική παράδοση και τη σκανδιναβική φιλοξενία. Λόγω της πολύμηνης διάρκειας των κρουαζιερών και του γεγονότος ότι οι περισσότεροι επιβάτες ήταν συνταξιούχοι, οι περισσότερες καμπίνες ήταν δίκλινες και μονόκλινες με αποτέλεσμα την περιορισμένη χωρητικότητα. Τα χαρακτηριστικά των τριών αδελφών ήταν χωρητικότητα 21.891 τόνοι, χωρητικότητα μόνο 536 επιβατών (συνολικά 559 με την χρήση των ελάχιστων αναδιπλούμενων κουκετών) και 324 μελών πληρώματος, μήκος 178 μέτρα και πλάτος 25, τέσσερις 9κύλινδροι δηζελοκινητήρες Sulzer κατασκευής του ναυπηγείου με συν. ισχύ 18.000 ίππων που κινούσαν δύο προπέλες μεταβλητού βήματος με υπηρ. ταχύτητα 18,5 κόμβων (max. 21). Το τρίτο καράβι, το Royal Viking Sea, ιδιοκτησίας μιας των τριών συν-ιδρυτικών ναυτιλιακών εταιριών, της AF Klaveness & Co., καθελκύστηκε τον Ιανουάριο του 1973 και παραδόθηκε στην Royal Viking Line στις 16 Νοεμβρίου του ιδίου έτους με τα σινιάλα της εταιρίας, νορβηγική σημαία και νηολόγιο Όσλο. Πριν ξεκινήσει την πρώτη κρουαζιέρα του γύρου του κόσμου έκανε από τις 25 Νοεμβρίου ελάχιστα ταξίδια γραμμής σαν ποστάλι μεταξύ του Μπέργεν της Νορβηγίας και του Νιούκασλ στην Μ. Βρετανία σε αντικατάσταση του Leda της Bergen Line που ανακαινιζόταν εκείνη την περίοδο. Στις 17 Δεκεμβρίου ξεκίνησε τις κρουαζιέρες του κόσμου με πρωτοφανή επιτυχία, όπως άλλωστε και τα άλλα δύο αδελφά καράβια που είχαν προηγηθεί, η οποία δικαίωσε την επενδυτική απόφαση των μετόχων της Royal Viking Line. Οι κρουαζιέρες κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη από την Αλάσκα στον Αμαζόνιο, την Μεσόγειο, την Κίνα και τον Ινδικό ωκεανό, τις ακτές της Αμερικής και την Βόρειο θάλασσα. Το 1975 η ιδιοκτήτρια εταιρία AF Klaveness & Co. αποχώρησε από το σχήμα και το καράβι αγοράστηκε από τους άλλους δύο μετόχους. Η πρωτοφανής επιτυχία των καραβιών στην αγορά της ακριβής κρουαζιέρας έδωσαν την ώθηση στην Royal Viking Line για να αποφασίσει αντί της ναυπήγησης τέταρτου καραβιού, την επιμήκυνση των τριών. Πρώτο το Royal Viking Star το 1981, και στην συνέχεια τα Royal Viking Sky το 1982 και Royal Viking Sea το 1983, οδηγήθηκαν στα γερμανικά ναυπηγεία Hapag Lloyd στο Μπρέμερχαφεν για την προσθήκη προκατασκευασμένου τμήματος 27,5 μέτρων μήκους μπροστά από την τσιμινιέρα (νέο μήκος 205,5 μέτρα) το οποίο περιείχε επί το πλείστον καμπίνες, σουίτες με μπαλκόνια, αλλά και επιμήκυνση του εστιατορίου ώστε να καθίζει ταυτόχρονα και πάλι όλους τους επιπλέον επιβάτες. Η νέα συνολική χωρητικότητα αυξήθηκε στους 28.218 τόνους και η χωρητικότητα επιβατών σε 758 (συνολική 812 με αναδιπλούμενες κουκέτες). Στις 29 Νοεμβρίου του 1983 το καράβι σώζει τους 151 επιζώντες του μικρού ινδονησιακού ποσταλιού Dojo κοντά στις ακτές του νησιού Celebes της Ινδονησίας. Η προσθήκη μεγαλύτερης χωρητικότητας κατά τους υπολογισμούς της εταιρίας θα προσέφερε μεγαλύτερη οικονομία κλίμακας και περισσότερα έσοδα από την αυξημένη χωρητικότητα σε επιβάτες, αλλά είχε το αντίθετο αποτέλεσμα, την απώλεια των πολύ πλουσίων επιβατών αυτών που ήθελαν την αποκλειστικότητα και διακριτικότητα των λίγων επιβατών που έχαιραν ιδιαίτερα υψηλών υπηρεσιών από μεγάλο αριθμό πληρώματος μακριά από την μαζική κρουαζιέρα. Έτσι, από το 1984 η εταιρία άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και το 1987 οι δύο μέτοχοι της Royal Viking Line αποφάσισαν να την πουλήσουν στον επίσης νορβηγικό όμιλο Kloster, μητρική εταιρία της Norwegian Cruise Line η οποία άλλαξε νηολόγιο στα καράβια σε Nassau με σημαία Μπαχάμες. Την εποχή εκείνη γνώριζε ιδιαίτερη επιτυχία η κρουαζιέρα μικρής κλίμακας των super yachts της Sea Goddess Cruises και της Seabourn Cruise Line που εκμεταλλευόταν η Cunard η οποία κέρδιζε συνεχώς μερίδιο αγοράς από την RVL. Σαν ύστατη προσπάθεια για επανάκαμψη της φήμης της ναυπήγησε το 1988 το μικρότερο σε μέγεθος Royal Viking Sun το οποίο απευθυνόταν στην αγορά αυτή των super yachts και το 1992 αγόρασε ένα υπό ναυπήγηση καράβι του ιδίου μεγέθους που προοριζόταν για την Seabourn το οποίο ονόμασε Royal Viking Queen. Με την απορρόφησή της από την NCL η Royal Viking Line συνέχισε τις κρουαζιέρες με την δική της ταυτότητα αλλά το 1990 με συνεχιζόμενη την πτώση σε κρατήσεις πάρθηκε η απόφαση από την Kloster να περιορίσει την Royal Viking Line και να εντάξει τα καράβια της στις δικές της θυγατρικές με εξαίρεση τα Royal Viking Sun και Queen. Τα μεν Royal Viking Star και Sky εντάχθηκαν το 1991 στον στόλο της Norwegian Cruise Line το δε Royal Viking Sea εντάχθηκε στο στόλο της Royal Cruise Line που η Kloster είχε αγοράσει από το 1989 και μετονομάστηκε σε Royal Odyssey (II) σε αντικατάσταση του πρώτου Royal Odyssey (Shalom, Doric). Σαν Royal Odyssey η χωρητικότητα σε επιβάτες αυξήθηκε σε 850 μετατρέποντας σε καμπίνες επιβατών τις καμπίνες αξιωματικών πίσω από την γέφυρα. Είχε αυξημένο αριθμό ελλήνων αξιωματικών προσφέροντας την ελληνική φιλοξενία όπως και επί των αρχικών ημερών της εταιρίας και συνέχισε τα πολύμηνα ταξίδια του γύρου του κόσμου. Το 1994 όμως η Kloster έφτασε στα όρια της πτώχευσης και αναγκάστηκε το 1995 να πουλήσει την NCL στην Μαλαισιανών συμφερόντων Star Cruises διαλύοντας την RCL και πουλώντας την RVL μαζί με τα νεώτερα Royal Viking Sun και Queen στην Cunard τα οποία εντάχθηκαν στον στόλο της Seabourn. Το Royal Viking Sea πουλήθηκε σε μία εταιρία νορβηγικών συμφερόντων, την Actinor η οποία εξειδικευόταν στην ναύλωση κρουαζιερόπλοιων σε τρίτους, ενώ την διαχείριση συνέχισε η Kloster. Από το 1997 την διαχείριση ανέλαβε η Norwegian Capricorn Line θυγατρική της μετονομασμένης πλέον σε Norwegian Cruise Line για κρουαζιέρες γύρω από την Αυστραλία και Ν. Ζηλανδία με το όνομα Norwegian Star με αυξημένη πάλι χωρητικότητα σε 1.200 επιβάτες. Το 1999 το καράβι πουλήθηκε στην μητρική εταιρία Star Holdings της Star Cruises και μετονομάστηκε σε Norwegian Star1 για λίγους μήνες το 2001 πριν μετονομαστεί σε Crown για να ναυλωθεί με χρονοναύλωση στην εταιρία Crown Investments σε ρόλο καζινόπλοιου μεταξύ Σαγκάης και του νησιού της Κίνας Cheju μέχρι τον Ιούνιο του 2002. Με την λήξη της χρονοναύλωσης το καράβι παροπλίστηκε στην Σαγκάη. Το 2003 ναυλώθηκε και πάλι, αυτή την φορά στην ισπανική Halcon Viajes για κρουαζιέρες στην δυτική Μεσόγειο με το μαρκετίστικο όνομα Mare Nostrum χωρίς να αλλάξει όνομα για να παροπλιστεί στο τέλος της σαιζόν τον Νοέμβριο του 2003 στην Γένοβα. Ενώ τα πράγματα έδειχναν ότι σύντομα το 30χρονο καράβι θα πήγαινε σύντομα για διάλυση, βρέθηκε τον Φεβρουάριο του 2004 νέος αγοραστής ο ολλανδικός τουριστικός όμιλος Club Cruise ο οποίος ναύλωσε το καράβι στον γερμανικό tour operator Phoenix Reisen. Η Phoenix Reisen έψαχνε να αντικαταστήσει το γηραιό πλέον καράβι της TSS Albatros (πρώην Sylvania της Cunard και Fairwind της Sitmar) και το ονόμασε επίσης Albatros για κρουαζιέρες του γύρου του κόσμου για την γερμανική αγορά. Τον Νοέμβριο του 2008 η Club Cruise μετά από κάποιες αποτυχημένες αγορές πλοίων χρεοκόπησε αλλά η Phoenix Reisen κατέβαλε εγγυήσεις και κατόρθωσε να κρατήσει το καράβι το οποίο μέχρι σήμερα συνεχίζει τις κρουαζιέρες του ανά τον κόσμο παρά τις μηχανικές βλάβες που το καθήλωσαν για αρκετές ημέρες δύο φορές το 2016 στο γερμανικό λιμάνι του Μπρέμερχαφεν.
Με την αρχική μορφή του όπως ναυπηγήθηκε σαν Royal Viking Sea
Συνημμένο Αρχείο 180282
Μετά την επιμήκυνσή του το 1983 στα ναυπηγεία Hapag Lloyd
Συνημμένο Αρχείο 180283
Με τα σινιάλα της Royal Cruise Line και το όνομα Royal Odyssey
Συνημμένο Αρχείο 180284
Με τα σινιάλα της Norwegian Capricorn Line σαν Norwegian Star
Συνημμένο Αρχείο 180285
Με τα σημερινά του χρώματα της Phoenix Reisen σαν Albatros
Συνημμένο Αρχείο 180286
Πηγή φωτογραφιών shipsnostalgia.com