H βύθιση του τορπιλοβόλου «Προύσα» και του φορτηγού "Σουζάνα" στην Κέρκυρα
Το τορπιλοβόλο «Προύσα» ναυπηγήθηκε στην Αυστρουγγαρία το 1915 και υπηρέτησε το ναυτικό της μέχρι τη διάλυση της Αυτοκρατορίας το 1918. Παραδόθηκε ως λεία πολέμου στο Ελληνικό ναυτικό το 1919 και βυθίστηκε στην Κέρκυρα τον Απρίλη του 1941. Είχε εκτόπισμα 250 τόνων, ενώ ο οπλισμός της περιλάμβανε δύο πυροβόλα των 76 χιλιοστών και τρεις τορπιλοβλητικούς σωλήνες των 450 χιλιοστών.
Η «Προύσα» απέπλευσε από την Πάτρα το βράδυ της 3ης Απρίλη 1941 και τα ξημερώματα της επόμενης μέρας έφθασε στους ¶γιους Σαράντα προκειμένου ο αντιναύαρχος Δ. Οικονόμου να επιθεωρήσει την εκεί Ναυτική Διοίκηση. Για λίγες ώρες έμεινε κοντά στην ακτή για να μην είναι εύκολα ορατή από τα εχθρικά αεροσκάφη. Το μεσημέρι επανέπλευσε στον όρμο των Αγίων Σαράντα και απέπλευσε αμέσως για την Κέρκυρα όπου έφθασε στις 14.10Ά.
Στην Κέρκυρα παρέμεινε 100 μέτρα από την προκυμαία (μεταξύ Καφέ Γυαλί και Βίδο) και ο αντιναύαρχος αποβιβάστηκε με βάρκα. Πριν όμως φθάσει η βάρκα στην ακτή και ενώ το πλοίο ετοιμάζοταν να πλεύσει προς το αγκυροβολίο του Δαφνίλλα (που χρησιμοποιούταν από την αρχή του πολέμου σαν λιμάνι διασποράς και απόκρυψης κατά τη διάρκεια της μέρας), εμφανίστηκαν τα εννιά ιταλικά βομβαρδιστικά JU87 B2 Picchiatello (τα γνωστά γερμανικά «Στούκας», αριθμός των οποίων είχε παραχωρηθεί στην ιταλική Reggia Aeronautica και αποτέλεσαν τη 239 μοίρα με έδρα τη Galatina κοντά στο Lecce και διοικητή το σμηναγό GiuseppeCenni). Οι μηχανές υπέστησαν βλάβες πριν το πλοίο προλάβει να εκτελέσει ελιγμούς, ενώ το αντιαεροπορικό πυροβόλο πρόλαβε να ριξει μόνο εφτά βολές. Τα ιταλικά αεροπλάνα έριξαν με κάθετη εφόρμηση πέντε βόμβες των 500 κιλών που έπεσαν σε απόσταση 5 ως 100 μέτρων και αχρήστευσαν το πλοίο χωρίς να το χτυπήσουν απευθείας.
Έγινε προσπάθεια με τη βοήθεια σχοινιών και σύρθηκε το τορπιλλοβόλο προς την προκυμαία, ενώ η πυροσβεστική υπηρεσία και το βοηθητικό ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ προσπάθησαν μέχρι τις 11 το βράδυ να αντλήσουν τα νερά και να το σώσουν. Μόνο αποτέλεσμα ήταν να αλλάξει η κλίση και στη συνέχεια να σταθεροποιηθεί η θέση του στην προκυμαία του Καφέ Γυαλί προσαράζοντας σε βάθος τεσσάρων μέτρων. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι πολλοί πολίτες πρόσφεραν τη βοήθειά τους στις κρίσιμες εκείνες ώρες
Παρά τον αιφνιδιασμό, το πλήρωμα πρόλαβε να αφοπλίσει τις βόμβες και τις τορπίλλες οι οποίες αν είχαν εκραγεί κατά τη διάρκεια της επίθεσης, εκτός από την κονιορτοποίηση του πλοίου θα προκαλούσαν και τεράστιες ζημιές στην πόλη.
Ανθρώπινες απώλειες δεν υπήρξαν, πέρα από τον ελαφρό τραυματισμό οχτώ μελών του πληρώματος.
Το άχρηστο κουφάρι του τορπιλλοβόλου έμεινε στο σημείο που προσάραξε και μετά την κατάληψη του νησιού από τους ιταλούς, οι οποίοι σε μία από τις καπνοδόχους του ανέγραψαν το αρχικό γράμμα V από τη λέξη vinceremo (=θα νικήσουμε).
Κατά τον Αντρέα Σταματόπουλο, λίγους μήνες αργότερα οι Ιταλοί αποπειράθηκαν να ρυμουλκήσουν την «Προύσα» στην Ιταλία, αλλά κατά τη διαδρομή βυθίστηκε.
Το πρωί της ίδιας μέρας βυθίστηκε στον όρμο του Δαφνίλα το φορτηγό «Σουζάνα», χωρητικότητας 932 τόνων, νηλογίου Πειραιώς 939 και ιδιοκτησίας Ν. Παπαδάτου. Η βόμβα που το χτύπησε, πλησίασε με διαδοχικές αναπηδήσεις στη θάλασσα και διέρρηξε το πλευρικό τοίχωμα προκαλώντας εισροή νερού και προσάραξη στα αβαθή. Αυτή η μέθοδος βομβαρδισμού είχε επινοηθεί και πρωτοεφαρμοστεί από τον ιταλό σμηναγό Giuseppe Ceni διοικητή της 239 μοίρας της ιταλικής αεροπορίας (έδρα η Galatina κοντά στο Lecce).
(ερώτημα που απευθύνθηκε παλαιότερα στην Ιστορική υπηρεσία του Ναυτικού έδειξε ότι σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερα ξέρουν οι ιδιώτες)