Το βαποράκι που μας πήρε από τη Θεσσαλονίκη για το Άγιο Όρος ήταν από εκείνα που κάνουν την «άγονη» γραμμή της Χαλκιδικής. Αγγλικό άλλοτε θαλαμηγό, ήταν γραφτό του να γνωρίσει στα γεράματα του και στην υπηρεσία της ελληνικής ναυτιλίας, τον εξευτελισμό να μεταφέρει βαρέλια, πρόβατα, κοφίνια, βρωμερούς επιβάτες καταστρώματος, και να ζητιανεύει σε κάθε όρμο, με διάφορους γόους της σειρήνας του, και το παραμικρότερο καλαθάκι αυγών για φορτίο…
Μας περιέφερε είκοσι ολόκληρες ώρες μέσα στο δαίδαλο των όρμων της Χαλκιδικής. Η θάλασσα όμως ήταν τόσο γαλήνια, οι ακτές που παραπλέαμε τόσο γραφικές, ώστε η διάρκεια του πλού ούτε σε κούραζε, ούτε σ’ έκανε να πλήττεις. […] Το πλοίο περνούσε κοντά σε πλαγιές γεμάτες από μια βλάστηση που σπάνια είναι τόσο πυκνή και τόσο ποικίλη στη λοιπή Ελλάδα.